περιοδικός τύπος — Η έκφραση υποδηλώνει το σύνολο εκείνο των εντύπων (επιθεωρήσεις, δελτία, ακαδημαϊκά δημοσιεύματα, εβδομαδιαία λαϊκά περιοδικά ποικίλων θεμάτων, εξειδικευμένες εκδόσεις, κόμικς, κ.λπ.) που, αν και έχουν μια κανονική περιοδικότητα, αφήνουν να… … Dictionary of Greek
НОВОГРЕЧЕСКАЯ ФИЛОСОФИЯ — Летосчисление Н. ф. начинается с сер. 15 в., с момента крушения Византийской империи (1453) и покорения стран Балканского полуострова Османской империей. Несмотря на тур. владычество и политику насильств. отуречения, греч. культура продолжала… … Философская энциклопедия
Θεοδώρου, Βικτωρία — (Χανιά 1926 –). Φιλόλογος και λογοτέχνης. Σπούδασε στη Σχολή Αδελφών Επισκεπτριών και Νοσοκόμων και στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1948 αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές της, λόγω εξορίας της (με την αιτιολογία ότι συμμετείχε … Dictionary of Greek
Κουλουφάκος, Κώστας — (Αθήνα 1924 – 1994). Μεταφραστής, ποιητής και κριτικός. Σπούδασε χημεία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, διέκοψε όμως τις σπουδές του για να αφοσιωθεί στη λογοτεχνία. Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, ως μέλος ανεξάρτητης αντιστασιακής ομάδας.… … Dictionary of Greek
Κουμανταρέας, Μένης — (Αθήνα 1931 –). Πεζογράφος και μεταφραστής λογοτεχνίας. Δεν ακολούθησε ολοκληρωμένο κύκλο πανεπιστημιακών σπουδών και μετά τη θητεία του στο ναυτικό εργάστηκε για μια εικοσαετία σε ναυτιλιακές και ασφαλιστικές εταιρείες. Παράλληλα ασχολήθηκε με… … Dictionary of Greek
Μάρρα, Ειρήνη — (Αθήνα 1943 – 1998). Λογοτέχνης. Σπούδασε στη Μέση Εμπορική Σχολή και ασχολήθηκε με την εκμάθηση ξένων γλωσσών. Στη συνέχεια επιδόθηκε στη συγγραφή λογοτεχνικών κειμένων καθώς και στη μετάφραση και διασκευή έργων ξένων συγγραφέων. Συνεργάστηκε… … Dictionary of Greek
Νεγρεπόντης, Γιάννης — (Λάρισα 1930 – Αθήνα 1991). Ποιητής. Σπούδασε αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και παρακολούθησε δραματική τέχνη στο Ωδείο Αθηνών. Πρωτοεμφανίστηκε στον λογοτεχνικό χώρο το 1949 με ένα διήγημά του στο περιοδικό Ελληνική Δημιουργία ενώ ποιήματα … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… … Dictionary of Greek
Ολλανδία — I Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει Δ με το Βέλγιο, Α με τη Γερμανία, και βρέχεται Β από τη Βόρεια θάλασσα.Το σημερινό έδαφος της Ο. προέκυψε μετά την αποχώρηση του Βελγίου, το 1830, από το βασίλειο της Ο., το οποίο είχε δημιουργηθεί το 1815 … Dictionary of Greek